Η Νίμα Σοτρατγκάρ είχε μόλις καταθέσει την αίτηση για την υποψηφιότητά της στις εκλογές της 18ης Σεπτεμβρίου όταν άρχισε να παραλαμβάνει δεκάδες προσβλητικά και απειλητικά μηνύματα στην ηλεκτρονική της διεύθυνση.
Με τίτλο: «Η διάσημη Αφγανή Πόρνη υποψήφια για τη Βουλή», το ανώνυμο μήνυμα που εστάλη επίσης στα μέσα ενημέρωσης και στους επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας, ήταν μία κακοήθης τετρασέλιδη επίθεση για την προσωπική της ζωή, με την οποία καλούνταν οι ψηφοφόροι να μην την υποστηρίξουν.
Αυτή ήταν μονάχα η αρχή των ανησυχιών της 39χρονης δασκάλας, όπως λέει η ίδια από το προεκλογικό της κέντρο στην αφγανική πρωτεύουσα.
«Δέχομαι e-mail και τηλεφωνήματα κάθε μέρα από άνδρες, οι οποίοι με απειλούν να με σκοτώσουν εάν δεν αποχωρήσω από τις εκλογές», διευκρινίζει.
Οι απειλές αυτού του είδους υπογραμμίζουν τις πολύ περιορισμένες δυνατότητες που δίνονται στις γυναίκες να υπερασπίσουν τα δικαιώματα που με τόση δυσκολία κέρδισαν μετά την ανατροπή των Ταλιμπάν. Ανάμεσα σε αυτά είναι το δικαίωμα στην εκπαίδευση και την ψήφο και η συζήτηση για συμφιλίωση με τους Ταλιμπάν, τονίζει ακριβώς το εύθραυστο αυτής της δυνατότητας.
Η Σουταργκάρ δεν είναι μόνη και αντιπροσωπεύει αυτό το οποίο οι παρατηρητές των εκλογών χαρακτηρίζουν ανησυχητική και ευρέως διαδεδομένη τάση εκφοβισμού των γυναικών υποψηφίων από αντάρτες και σκληροπυρηνικούς συντηρητικούς, με στόχο να αποτρέψουν τη γυναικεία συμμετοχή στις εκλογές.
Αν και οι άνδρες δεν είναι απρόσβλητοι, καθώς μέχρι στιγμής 4 άνδρες υποψήφιοι και δεκαπέντε υποστηρικτές υποψηφίων σκοτώθηκαν, η μεγαλύτερη ομάδα εκλογικών παρατηρητών, το Ίδρυμα για τις Ελεύθερες και Δίκαιες Εκλογές στο Αφγανιστάν, (FEFA), προειδοποίησε τον προηγούμενο μήνα, ότι οι γυναίκες υποψήφιοι παίρνουν ειδικά ρίσκα.
Από τις 10 απειλές κατά συγκεκριμένων υποψηφίων που έχουν αναφερθεί, οι εννέα αφορούσαν γυναίκες. Μία γυναίκα ανέστειλε την εκστρατεία της σε μία αγροτική περιοχή στο κεντρικό Αφγανιστάν, μετά τις απειλές και μετακόμισε στην Καμπούλ.
Στις 29 Αυγούστου ένοπλοι σκότωσαν πέντε συνεργάτες της Φαουζία Τζιλανί, υποψήφιας στη δυτική επαρχία Χεράτ, χωρίς να έχει διευκρινιστεί αν ήταν αντάρτες ή πολιτικοί της αντίπαλοι.
Για τις περισσότερες από τις γυναίκες που επιδιώκουν να εκλεγούν στην κάτω βουλή, οι απειλές είναι πιο σύνθετες.
Η 25χρονη Ρομπίνα Τζελαλί, που είχε συμμετάσχει και σε Ολυμπιακούς Αγώνες και τώρα είναι επικεφαλής γυναικείας φιλανθρωπικής οργάνωσης στην Καμπούλ, λέει ότι η βαθιά συντηρητική κοινωνία του Αφγανιστάν, δεν επιτρέπει εύκολα στις γυναίκες να πετύχουν.
«Οι γυναίκες δεν έχουν πρόσβαση, όπως οι άνδρες, δεν μπορούμε να πάμε σε μέρη, ειδικά τη νύχτα και να επισκεφθούμε τους υποστηρικτές μας, ενώ οι άνδρες πάνε όπου θέλουν», όποτε θέλουν, λέει η Τζελαλί, η οποία δεν έχει δεχθεί απειλές, αλλά κάθε μέρα βλέπει τις αφίσες της σκισμένες ή βαμμένες με κόκκινη μπογιά, όπως και πολλών γυναικών υποψηφίων.
«Το κάνουν επειδή είμαι γυναίκα και νέα», λέει η Τζελαλί.
Μορφωμένες, εργαζόμενες και ειλικρινείς, η Σουρατγκάρ και η Τζελαλί, όπως και οι περισσότερες από τις 406 γυναίκες υποψήφιες, αντιπροσωπεύουν αυτό που η γυναίκα δεν πρέπει να είναι στα μάτια των Ταλιμπάν αλλά και της ανδροκρατούμενης κοινωνίας του Αφγανιστάν.
Παρά τις απειλές και τα εμπόδια και οι δύο παραμένουν πραγματίστριες και αποφασισμένες.
«Αγαπώ τη χώρα μου και δεν μπορώ να μένω απαθής όταν έχω δει τι συμβαίνει και παροτρύνω και άλλες γυναίκες να εμπλακούν σε αυτό», λέει η Σουρατγκάρ.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, το ? των εδρών στην κάτω βουλή πρέπει να εκπροσωπείται από γυναίκες, δηλαδή 68 σε σύνολο 249.
ΠΗΓΗ Καθημερινή
